Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ ΛΟΥΚΑ: Πίστη εμπειρική και όχι θεωρητική.



 (Λουκ. 8.41-56)

«Μή φοβοῦ μόνον πίστευε καί σω­θήσεται».
Δύο θαύματα περιγράφει ἡ σημε­ρινή εὐαγγελική περικοπή, ἀδελφοί μου, δύο θαύ­ματα πού ἔχουν διαφο­ρε­τική ἀφετηρία, ἔχουν ὅμως τήν ἴδια εὐτυχῆ κατάληξη. Δύο θαύμα­τα πού ἔχουν μία κοινή συνιστα­μέ­νη, τήν πίστη, καί ἕνα κοινό ἀπο­τέλεσμα, τήν ἴαση. Στό ἕνα ὁ πατέ­ρας, ὁ ἄρχων τῆς συναγωγῆς Ἰάει­ρος, ζητᾶ ἀπό τόν Χριστό νά θερα­πεύσει τή θυγατέρα του. Στό δεύτε­ρο ἡ αἱμορροῦσα γυναίκα πλησιάζει τόν Χριστό καί ἀγγίζει τό κράσπεδο τοῦ ἱματίου του, χωρίς νά ζητήσει τί­πο­τε, χωρίς νά πεῖ τίποτε, χωρίς κἄν νά γίνει ἀντιληπτή, ἀκόμη καί ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ πού βρι­σκόταν δίπλα του.
Καί ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται στά αἰτήματα καί τῶν δύο. Ἀνταποκρί­νε­ται στή συστολή καί τή διακριτι­κό­τητα τῆς γυναίκας, πού δέν τολ­μᾶ νά τοῦ ζητήσει τή χάρη, πού δέν τολμᾶ νά τόν παρακαλέσει γιά τή θε­ραπεία της. Ἀνταποκρίνεται ὅ­μως καί στό αἴτη­μα τοῦ πατέρα, τοῦ ἀρχισυνα­γώγου, πού τολμᾶ νά προστρέξει σ’ αὐτόν, ἀδιαφο­ρώντας γιά τό ἀξίωμα καί τήν ὑψηλή κοι­νωνική του θέση, ἀδιαφορώντας γιά τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος.

Ἀνταποκρίνεται στά αἰτήματα καί τῶν δύο ἀνθρώπων πού τόν πλη­σιά­­ζουν, γιατί ὡς καρδιογνώστης γνω­ρίζει πώς καί τό σιωπηλό αἴτη­μα τῆς αἱμορρο­ού­­σης καί τόν ἔνηχο αἴτημα τοῦ Ἰαείρου εἶναι αἰτήματα πίστεως. Καί αὐτή τήν πίστη θέλει νά ἀναδείξει ὁ Ἰησοῦς, αὐτή τήν πί­στη θέλει νά διδάξει στούς ἀν­θρώ­­πους πού τόν περιστοι­χίζουν, γιατί αὐτή ἡ πίστη εἶναι τό θεμέλιο τῆς σωτηρίας.
Γι’ αὐτό καί ἐπαινεῖ δημόσια τήν πίστη τῆς γυναίκας, ὄχι γιατί θέλει νά τήν ἐκθέσει ἐνώπιον τῶν ἀν­θρώ­πων, ἀλλά γιατί θέλει νά τήν προβάλλει ὡς παράδειγμα ὑπερό­χου πίστεως πού εἶναι εὐάρεστη στόν Θεό.
Γι’ αὐτό καί ἐπιτρέπει νά πεθάνει ἡ θυγατέρα τοῦ Ἰαείρου, ὥστε νά δο­κιμασθεῖ τό μέγεθος τῆς πίστεώς του καί νά λάμψει σέ ὅλο της τό με­γαλεῖο.
Στήν πρώτη περίπτωση, στήν πε­ρίπτωση τῆς αἱμορρούσης γυναί­κας, ἡ πίστη προϋπάρχει καί ὁ ἔπαι­νος τῆς πίστεως ἕπεται ὡς ἐπιβε­βαίωση τῆς ὑπάρξεώς της. Στή δεύ­τερη, στήν περίπτωση τοῦ Ἰαείρου, ὑπάρχει ἀλλά ἐνισχύεται σέ μία κρί­σιμη στιγμή ἀπό τήν προτροπή τοῦ Χριστοῦ «μή φοβοῦ, μόνον πί­στευε καί σωθήσεται».
Πίστη καί σωτηρία εἶναι τό δί­πο­λο πού προβάλλει τό σημερινό εὐ­­αγγελικό ἀνάγνω­σμα. Τό ἕνα σκέ­λος αὐτοῦ τοῦ διπόλου, ἡ σω­τηρία, εἶναι κάτι πού ἀναζητοῦμε καί ἐπι­διώκουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, εἴτε πρό­κειται γιά τή σωτηρία μας καί τήν ἀπαλλαγή μας ἀπό ἀσθέ­νει­ες καί δυσάρεστα γεγονότα, ὅπως συνέ­βη μέ τά πρόσωπα τοῦ σημερι­νοῦ εὐ­αγγελικοῦ ἀνα­γνώ­σματος, εἴτε πρόκειται γιά τή μελλοντική καί αἰώνια σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.
Τό ἄλλο σκέλος, ἡ πίστη, εἶναι αὐτό πού εἶναι ἀναγκαῖο καί ἀπα­ραί­τητο γιά τή σωτηρία μας καί τήν πρόσκαιρη καί τήν αἰώνια, καί εἶ­ναι αὐτό πού πρέπει, ἀδελφοί μου, νά ἀποκτήσουμε μέ κάθε τρόπο καί κάθε θυσία, ἄν θέλουμε νά κερδί­σου­με καί τή σωτηρία μας.
Καί ἡ πίστη αὐτή πού μᾶς χρειά­ζεται δέν εἶναι μία πίστη ἀκαδη­μαϊ­κή, μία πίστη θεωρητική, μία πίστη πού διδάσκεται στά σχολεῖα καί στά πανε­πιστήμια τοῦ κόσμου, μία πί­στη πού περιγράφεται στά βιβλία καί πού μα­θαί­νεται, ὅταν τά διαβά­σουμε. Εἶναι μία πίστη ἐμπειρική, μία πίστη πού στηρίζεται στό βίω­μα, μία πίστη πού μᾶς διδάσκει ὁ Χρι­στός μέσα ἀπό τά περιστατικά τῆς ζωῆς τοῦ καθενός μας, μέσα ἀπό τίς δυσκολίες καί τά προβλή­ματα πού συναντοῦμε, μέσα ἀπό τίς ἀσθένειες καί τίς δοκιμασίες πού ὑπο­μένουμε. Εἶναι μία πίστη ἐμπει­ρι­κή πού στηρίζεται στήν προσω­πι­κή μας γνωριμία μέ τόν Χριστό, μέ­σα ἀπό τήν Ἐκκλησία μας καί τά μυ­στήριά της, μέσα ἀπό τήν ἐπαφή μέ τούς ἁγίους, μέσα ἀπό τά θαύ­μα­τα πού ἐπιτελεῖ ὁ Χριστός καί στόν σύγχρονο κόσμο. Εἶναι μία πίστη ἐμπειρική τῆς ὁποίας γινόμαστε καί ἐμεῖς μέτοχοι, ὅταν σάν τόν Ἰάειρο προστρέ­χουμε καί ἐμεῖς στόν Χρι­στό καί μέ θάρρος καί ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀναθέτ­ουμε τά προβλήματα καί τίς ἀγωνίες τῆς ζωῆς μας καί τῆς οἰ­κογενείας μας. Εἶναι μία πίστη ἐμπειρική πού τήν μαθαίνουμε, ἀδελ­φοί μου, ὅταν στριμωχνόμαστε καί ἐμεῖς δίπλα στόν Ἰησοῦ, ὅπως τό ἔκανε ἡ γυναίκα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ὅταν προ­σπα­θοῦμε νά ἀγγίξουμε τό κρά­σπεδο τοῦ ἱματίου του ἔχοντας ἀπο­βάλει τήν ἀλαζονεία μας καί ἐλ­πί­ζοντας ὅτι καί μόνο ἡ ἐπαφή μας μα­ζί του μπορεῖ νά θερα­πεύσει τά τραύματα τῆς ψυχῆς μας, τά τραύ­ματα τῶν ἁμαρτιῶν μας καί νά μᾶς χαρίσει τήν ἴαση καί τή θεραπεία.
Ἀδελφοί μου, ἄν θέλουμε νά ἀπο­λαύσουμε καί ἐμεῖς τή θεραπεία καί τή σωτηρία μας, ἄς πλησιάσουμε τόν Χριστό φέρνοντας μαζί μας ὅλα τά προβλήματά μας, ὅλες τίς ἀρρώ­στιες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, καί ὅποιον δρόμο κι ἄν διαλέξουμε, εἴτε τόν δρόμο τῆς σιωπηλῆς ἐκζη­τή­σεως τῆς βοηθείας του, αὐτόν πού ἀκολούθησε ἡ γυναίκα, εἴτε τόν δρόμο τῆς θαρραλέας ὁμολο­γί­ας τοῦ Ἰαείρου, νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, ἄν διαθέτουμε τήν πίστη πού χρειάζεται, θά ἀκούσουμε καί ἐμεῖς ἀπό τό στόμα τοῦ Χριστοῦ τό «ἡ πί­στις σου σέσωκέν σε».

Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...