Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Κυριακὴ Ι΄ Λουκᾶ: Ἡ Ἑλλάδα, εἶναι σήμερα, η συγκύπτουσα γυναίκα.

θεραπεία τς συγκύπτουσας, τς γυναίκας δηλαδ πο περπατοσε σκυφτή, γιατ δν μποροσε ν σιώσ τ σμα της, εναι μία εκαιρία, γι ν προβληματιστομε γι τ τεκταινόμενα στν πατρίδα μας. λλάδα, δελφοί μου, εναι σήμερα συγκύπτουσα. Μ τ κεφάλι ν κοιτ καταγς, πορεύεται τν δρόμο τς στορίας, δύναμη ν νορθώσ τ σμα κα τ νάστημά της. Ποιός μπορε ν τν θεραπεύσ; Μόνον Χριστός, δελφοί μου, εναι πάντηση. Ναί! Μόνον Χριστός, «κατάγων ες δου κα νάγων» θνη κα λαούς. ς Τν παρακαλέσουμε μ πόνο ψυχς ν νορθώσ τν πατρίδα μας κα ν μν τν φήσ βοήθητη.

Ναί! χουμε νάγκη, Κύριε, τ βοήθειά Σου· χουμε νάγκη π τ πανάχραντο χέρι Σου, γι ν μπορέσουμε ν σηκώσουμε τ σκυμμένο κεφάλι μας κα ν δομε τν παναγία κα ραιοτάτη κα γλυκυτάτη μορφή Σου! σ προσέλαβες τν πτωχή μας φύση, γι ν τν πλουτίσς μ τν χάρη Σου· σ βεβαίωνες πρ το πάθους Σου τος λληνες κείνους τι «νν κρίσις στ το κόσμου», λλ κα τι « ρχων το κόσμου τούτου κβληθήσεται ξω»· σ λεγξες τν πιστία το παλαιο σραήλ, ωτώντας «ως πότε θ σς νέχομαι;».
 κουσε, Κύριε, τ φων λων τν κυρτωμένων π τν ταλαιπωρία χριστιανν λλήνων, πο ψώνουμε κραυγ πογνώσεως στν περίοδο τς κρίσης κα ζητομε π σένα ν μς λεήσς. Ναί, Κύριε! κρύψαμε τ τάλαντο τς σωφροσύνης κα τς χρηστς οκονομικς διαχειρίσεως ς πονηρο δολοι, ξαγοραζόμενοι τν καιρ τς θείας Οκονομίας Σου, «τάκτως περιπατοντες κα περιεργαζόμενοι», πως λέγει κα δρυτς τς τοπικς μας κκλησίας, κα ξαντλήσαμε στ λικ γαθ τς λπίδες μας, πως φρονος κενος πλούσιος. Ναί, Κύριε! Δν ποδεχθήκαμε τ σοφ κενο ποστολικ παράγγελμα, πο μς παρακινοσε ν ρκούμαστε στ λίγα, ες «διατροφς κα σκεπάσματα», λλ συνηθίσαμε ν καταναλώνουμε κα ν ξοδεύουμε χωρς συστολή, συσκοτισμένοι π τ θάμβος το ερώ, τ ποο μς προέτρεψε ν τ κυνηγήσουμε κα τ ποο ν τέλει μς παγίδευσε. Σκύψαμε τ κεφάλι στν πλοτο, γιατ τν θέλαμε γεμόνα στ ζωή μας, τν προσκυνήσαμε μ δουλικότητα, σφυοκάμπτες το χρήματος, κα μείναμε κε, κινητοποιηθήκαμε μ τ μέση θεράπευτα λυγισμένη, συγκύπτοντες νώπιον τν χρεν μας, παραλελυμένοι π τν φρονη πληστία μας.  
ρχοντες κα λαός, προκόπτοντας «π τ χερον», πλανηθήκαμε, μαρτήσαμε, παρανομήσαμε, στραφήκαμε κατ το κοινο συμφέροντος, δικήσαμε κα πατήσαμε τ δίκαιο τν συμπολιτν μας γι χάρη το δίου φέλους, διαφορήσαμε γι τν προκοπ τς χώρας, ξεφύγαμε π τς ντολές Σου κα δικαίως κυρτώσαμε κα κάμφθηκε περηφάνεια μας. Μόνον σ μπορες ν μς σηκώσς π τν τραγικότητα τς σθενείας μας. Σπλαχνίσου τος σώτους, πο μάθαμε στς διασκεδάσεις κα τς μάταιες δαπάνες, τώρα μως στερούμεθα κόμη κα τν ναγκαίων κα προσπαθομε ν χορτάσουμε μ τ ξυλοκέρατα. ψώνουμε τ χέρια μας κα Σο ζητομε ς Νινευΐτες ν μετριάσς τν δίκαιη ργή Σου, ν μς λυπηθς, ν μν λησμονήσς «τν πενήτων Σου ες τέλος», γιατ λλις θ πονε ο σεβες «Πο εναι Θες τν χριστιανν;». ίξε να βλέμμα φιλανθρωπίας στν ταπεινωμένη μας πατρίδα, τν λλάδα τν μαρτύρων κα τν ρώων πο θυσιάστηκαν γι τν πίστη Σου, πως ριξες βλέμμα εσπλαχνίας κα στν ταλαίπωρη κείνη γυνακα, πο γι δέκα κτ λόκληρα χρόνια ταν συγκύπτουσα. Μν πιτρέψς ν ταλαιπωρηθομε κι μες τόσο πολ χρόνο, γιατ δη  βρισκόμαστε στ χελος το γκρεμο κα κινδυνεύουμε ν φανιστομε, μ ντέχοντας λλο. ναγνωρίζουμε πς εμαστε καταχρεωμένοι πέναντί Σου, γιατ σ μς κράτησες ς θνος, σ μς χάρισες τν λευθερία, σ μς νέδειξες κα π σένα πάλι μόνον ναμένουμε βοήθεια, διότι μάθαμε ν ψάλλουμε μ μι φων ατ τ ελογημένο «Πλούσιοι πτώχευσαν κα πείνασαν, ο δ κζητοντες τν Κύριον οκ λαττωθήσονται παντς γαθο». Κα σήμερα μ μι καρδι κα μ μι φων Σ παρακαλομε ν κουμπήσς πάνω μας τ ελογημένο κα θεραπευτικό Σου χέρι, γι ν μς φυλάξς, ν μς σηκώσς, ν μς ναστήσς. 
Κι ν ρθουν χειρότερα, ς εναι μία εκαιρία γι μεγαλύτερη, π μέρους μας, Κύριε, κα περισσότερη μετάνοια, εάρεστη στ ατιά Σου, τσι στε ν γίν μέσως εσπλαχνία Σου συγκύπτουσα, ν χι πρς τος κέτες Σου, τολάχιστον πρς τος γίους Σου, πο παρακαλον κι κενοι γι τν νάδελφη κα ταπειν λλάδα.

π. Στυλιανός Μακρής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...