«Οἱ προφῆται ὡς εἶδον, οἱ ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν,
ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν … ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν,
οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν».
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, Κυριακή τοῦ
θριάμβου τῆς πίστεως ἐπί τῆς ἀπιστίας, τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ἀμφισβητήσεως,
καί ἡ Ἐκκλησία μας μνημονεύει ὅλους ὅσους «διά πίστεως κατηγωνίσαντο». Μνημονεύει
καί προβάλλει ὅλους ἐκείνους πού μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία τους, μέ τούς ἀγῶνες
καί τό μαρτύριό τους, μετέδωσαν καί σέ μᾶς ἀκαινοτόμητη καί ἀπαραχάρακτη
τήν πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό.
Αὐτή τήν ἑνότητα τῆς πίστεως ἐκφράζει τό Συνοδικό
τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας πού θά διαβάσουμε σέ λίγο κατά τήν περιφορά τῶν ἁγίων
εἰκόνων, ἑνότητα πού ξεκινᾶ ἀπό τούς προφῆτες, οἱ ὁποῖοι ἐκήρυξαν τήν ἔλευση
τοῦ Χριστοῦ, καί καταλήγει στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας πού βιώνει καί κηρύσσει αὐτή
τήν πίστη στηριζόμενη στήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων της.
Πολλοί στίς ἡμέρες μας νομίζουν ὅτι ἡ πίστη εἶναι
μία ὑπόθεση προσωπική. Νομίζουν ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νά πιστεύει στόν Θεό
ὅπως νομίζει, μπορεῖ νά πιστεύει γιά τόν Θεό ὅ,τι νομίζει καί μπορεῖ νά ἐκφράζει
τήν πίστη του πρός αὐτόν μέ ὅποιον τρόπο νομίζει.
Ἀσφαλῶς, ἀδελφοί μου, ἡ πίστη εἶναι μία
προσωπική ὑπόθεση: ὁ κάθε ἄνθρωπος ὀφείλει νά πιστεύει, καί κανείς δέν ἐξαιρεῖται
ἀπό τήν πίστη, ἐπειδή πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι γύρω του. Αὐτό εἶναι τό προσωπικό
στοιχεῖο τῆς πίστεως, δέν εἶναι ὅμως προσωπικό τό περιεχόμενό της. Αὐτό εἶναι
κοινό γιά ὅλους, ὅπως κοινός εἶναι καί ὁ τρόπος, κοινή καί ἡ οὐσία τῆς
πίστεως.